Οι Τούρκοι που έχουν συλλάβει τον Θεόκλητο τον σέρνουν σε όλο το χωριό και τον οδηγούν στην πλατεία. Πλήθος Τούρκων έχει μαζευτεί και φωνάζει Θάνατος, Να πεθάνουν όλοι οι Χριστιανοί. Στην πλατεία καταφτάνουν και Έλληνες και ζητούν από τον Μουτασερίφη να σταματήσουν να χτυπάνε τον Θεόκλητο. Οι Τούρκοι όμως συνεχίζουν να τον βασανίζουν και αρχίζουν να πυροβολούν τους Έλληνες. Με όση δύναμη του έχει απομείνει ο Θεόκλητος φωνάζει στον κόσμο να φύγει για να σωθεί. Η πλατεία γεμίζει πτώματα.
Στο μεταξύ η Λουσίν νιώθει ασφάλεια στο μοναστήρι μαζί με τον πατέρα Γρηγόριο, ο οποίος της εξηγεί πως η εξομολόγηση θα την βοηθήσει. Πράγματι η Λουσίν εξομολογείται στον Πατέρα Γρηγόριο όλη την φρίκη που έζησε και αυτός δεν μπορεί να πιστέψει τα όσα έχουν συμβεί.
Στο καραβάνι του θανάτου οι χριστιανοί είναι πια εξαντλημένοι και παλεύουν να κρατηθούν στη ζωή. Η Μελικέ δείχνει να μην αντέχει άλλο. Ο Μουράτ και ο Χαρούν βλέποντάς τις γυναίκες έτσι, διαλέγουν τέσσερις από τους αιχμάλωτους, τους δίνουν τσάπες και τους διατάζουν να ανοίξουν ένα μεγάλο λάκο. Η Σοφία αντιλαμβάνεται πως πρόκειται για τάφο που προορίζεται για αυτές και ξεσπά. Οι γυναίκες, όσες μπορούν να κινηθούν, σκορπίζουν. Οι φρουροί πιάνουν τις ανήμπορες, που μόλις και σαλεύουν, και τις πετάνε σαν σακιά μέσα στο λάκκο.
Εντωμεταξύ στην Αμισό ο Θέμης ψάχνει απεγνωσμένα την Ευγενία. Πέφτει πάνω στην Σωτηρία και αυτή που ξέρει τις ταραχές που έχουν συμβεί τον κρύβει και τον πηγαίνει στην μητέρα του. Το βράδυ με την βοήθεια της Σωτηρίας, Ευγενία και Θέμης ξεκινάνε να φύγουν από το χωριό για να πάνε στο βουνό να συναντήσουν τους υπόλοιπους. Περνώντας από την πλατεία αντικρύζουν ένα αποτρόπαιο θέαμα. Ο Θεόκλητος κρεμασμένος στην μέση της πλατείας.
Εντωμεταξύ η Ειρήνη παρόλο που ο Χότζας της φέρεται πολύ καλά ξεκινάει να γυρίσει στους δικούς της στην Κωνσταντινούπολη. Στο μεταξύ ο Μίλτος ελευθερώνεται και είναι αποφασισμένος να βρει την Ιφιγένεια και το παιδί.
Το καραβάνι των αθλίων, έχει κατασκηνώσει σε ξέφωτο. Μια μικρή ομάδα τριών χωρικών και μιας γυναίκας, που γυρίζει απ’ τα χωράφια, κουβαλώντας τα γεωργικά εργαλεία τους, βλέπει στη μέση του ξέφωτου τους Χριστιανούς και τους πλησιάζει. Η Μελικέ και η Γεσθημανή λένε στην Ιφιγένεια να δώσει το παιδί στους χωρικούς για να το σώσει. Εκείνη το σκέφτεται … Η Γεσθημανή και η Μελικέ επιμένουν. Η Ιφιγένεια είναι σε δίλημμα, απελπισμένη αφού η απόφασή της θα κρίνει την τύχη του γιου της.